Ἡ παρουσία τῶν ἰδιαιτεροτήτων ἑνὸς ἀτόμου κρίνεται καὶ ἀπὸ τὸ πῶς ἐκλαμβάνει τὶς γνώσεις ποὺ ἔχει λάβει ἀπὸ διάφορους τρόπους, προφορικά, μὲ τὰ σύγχρονα μέσα τεχνολογίας, μὲ ἄλλους τρόπους..
Ἡ ἐμφανῶς ἀξιόπιστη, -ἂν μπορῶ νὰ χρησιμοποιήσω τὸν ὄρο- μέθοδος παραμένει ὡστόσο ἡ ἀνάγνωση, ἡ ξανὰ γνώση δηλα δὴ , ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὴν ὑπὸ-συνείδητη ἐφαρμογή της στὸ γνωστικὸ πεδίο. Οἱ ἑρμηνεῖες ἐλεύθερες. Οἱ ἀναγνῶστες ἀποτελοῦν τὴν ἀκήρυχτη ὁμάδα ἀναχρονισμοῦ, ἀναδιατυπώσεως τῆς γνώσεως. Ὁ ἀναγνώστης ἀποτελεῖ λειτούργημα, καθὼς μὲ τὴν πρόσληψι γνώσεων, ὠφελεῖται ὁ ἴδιος, ἀλλὰ ὠφελεῖ καὶ τὸ σύνολο. Τὸ κορίτσι στὸ τραῖνο ποὺ διαβάζει ἕνα βιβλίο, ὁ ἐργαζόμενος ποὺ ἔχει πάρει ἕνα βιβλίο μαζί του στὴν δουλειὰ καὶ μελετάει στὸ διάλειμμα, μὲ ἕναν σημαντικὸ τρόπο συμβάλλουν στὴν ρύθμιση μίας πραγματικότητας. Ὁ ἀναγνώστης δὲν ἔχει παθητικὴ δράση, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸ τί ἀναγιγνώσκει, ἔχει ἐνεργητικὴ δράση. Εἶναι πρὸς ὄφελός του νὰ ἀναπτύξει τὴν δική του αὐτοτελῆ κριτικὴ ἱκανότητα (βασικὴ λειτουργία τοῦ νοῦ), ὄχι ἀναπαράγοντας ‘’φτυστὰ’’ θὰ λέγαμε τὸν ὅποιο συγγραφέα, ἀνοίγοντας ἀγκύλη [ ὁ ὁποῖος συγγραφέας ἐπιτελεῖ τὸ δικό του ἔργο, νὰ συν+γράφει, ὅπερ σημαίνει μαζὶ μὲ τὶς δικές του προσλήψεις ἀπὸ τὴν φύση, τὴν ζωή, τοὺς συνανθρώπους, τὰ βιώματά του, ἄλλους συγγραφεῖς, νὰ γράφει τὴν δική του ἑρμηνεία πραγματικότητας.]
Πῶς ἐπιτυγχάνεται ἡ γέννησι καὶ ὁ διάλογος
Ἡ σχέση γράφοντος καὶ ἀναγνώστη, ἀποτελεῖ τελετουργία, εἶναι μία μεταφυσικὴ θὰ λέγαμε (ὁ ὅρος μεταφυσική, προέρχεται ἀπὸ τοὺς ἑρμηνευτὲς τοῦ Ἀριστοτέλους, ὅπου ἀναφέρονταν στὸ περιεχόμενο τοῦ ἔργου του, Μετὰ Τὰ Φυσικὰ) σχέσι- συσχέτισι, καθὼς ὁ ἀναγνώστης «συνομιλεῖ» μὲ τὸν γράφοντα, τὸν καθιστὰ παρόντα. Στὸ πέρας μίας ἀναγνώσεως στὸν ἀναγνώστη δίδεται ἡ εὐκαιρία νὰ ἀξιολογήσει τὸ μελέτημα τοῦ γράφοντος, νὰ κάνει τὶς δικές του διαδρομὲς στὴν γνώση, νὰ συμφωνήσει ἢ νὰ διαφωνήσει, νὰ ἀναπτύξει δική του θεωρία, νὰ μεταδώσει γνώση στοὺς ἄλλους. Ἀκόμη νὰ παρακινηθεῖ καὶ νὰ γράψει καὶ ὁ ἴδιος. Οἱ ἀναγνῶστες ἀπὸ ἃ-προσωπες καὶ πολὺ- προσωπες μάζες μποροῦν νὰ γίνουν αὐτοδύναμες προσωπικότητες οἱ ὁποῖες μποροῦν νὰ ἔρθουν κοντὰ καὶ νὰ ἐμπλουτίσουν τὸ πλέγμα σχέσεων.
Σύμφωνα μὲ τὴν Σωκρατικὴ – Πλατωνικὴ θεώρησι, ἡ γνῶσι εἶναι ἀνάμνησι. Γνωρίζοντας, θυμόμαστε. Τὸ ΓΝΩΘΙ ΣΑΥΤΟΝ ἐπέρχεται στὴν δυναμικὴ ἔκφρασι τῆς Γνώσεως-Μαθήσεως-Ἀναμνήσεως . Ἡ ἀνάγνωσι, μᾶς ξυπνάει μνῆμες, ἀποκαλύπτει πτυχὲς καὶ δράσεις τοῦ ΕΙΝΑΙ μᾶς.
Τὸ ζήτημα, τὸ στοίχημα ἂν θέλετε μὲ τὸν ἑαυτό μας, εἶναι νὰ μποροῦμε νὰ ἐκπληρώνουμε τὸ δελφικὸ : ΜΑΝΘΑΝΩΝ ΜΗ ΚΑΜΝΕ. Νὰ μὴν κουράζεσαι νὰ μαθαίνεις. Ἡ μάθησι εἶναι ὁ παράγων ἐκεῖνος ποὺ μπορεῖ ἐπὶ τοῦ πρακτοῦ, νὰ διαμορφώσει συνειδήσεις. Δυστυχῶς ὡς Ἕλληνες σήμερα, ἀρκετοί, μᾶλλον, πολλοί, «ἀποκαμναν μανθάνοντες». Κουράστηκαν νὰ μαθαίνουν. Καὶ ἔτσι, οἱ ἐξελίξεις τοὺς προσπερνοῦν, περνοῦν οἱ ἴδιοι στὴν ἀδράνεια. Στὴν πνευματικὴ ὀκνηρία. Ἡ ἀνάγνωση, ἀρχαίας ἑλληνικῆς γραματείας, ἱστορίας, δοκιμίων, λογοτεχνίας, εἶναι αὐτὴ ἡ ὁποία τεχνώνει τὸν νοῦ. Ἡ ἀνάγνωση εἶναι ἕνας τρόπος ὑπάρξεως, μία μορφὴ Ἀλήθειας. «ἀταλαίπωρος τοῖς πολλοῖς ἡ ζήτησις τῆς ἀληθείας, καί επι τα ετοιμα μᾶλλον τρέπονται.» Θουκυδίδης, Ά, 20. ...
Αὐτὸ διδάσκει ὁ Θουκυδίδης, ὅτι πολλοὶ ταλαιπωροῦνται νὰ ζητοῦν τὴν Ἀλήθεια, καὶ στρέφονται στὰ ἕτοιμα…
Ἔτσι χάνεται τὰ οὐσιαστικό της Ἀναζητήσεως. Ἡ Ἀναζήτησι (ποὺ τὴν ἐνθαρρύνει ἡ ἀνάγνωσι ὡς τελετούργημα) κρατᾶ ἄγρυπνο τὸν στοχασμὸ καὶ σμιλεύει τὴν διάνοια. Κλείνω μὲ ἕναν σημαντικὸ στοχαστὴ :
«Αὐτὸ ποὺ κάνει τὴν ἀξία ἑνὸς Ἀνθρώπου δὲν εἶναι ὅτι εἶναι κάτοχός της Ἀλήθειας ἢ τὸ ὅτι πιστεύει πὼς εἶναι, ἀλλὰ ἡ εἰλικρινὴς προσπάθεια ποὺ κάνει γιὰ νὰ βρεῖ τὴν Ἀλήθεια.» Γκότολντ Λέσσινγκ , 1897
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου